Δράσεις ΓΑΙΑ 2022

H άσκηση της κτηνοτροφίας ως επιχειρηματική δραστηριότητα πρέπει να είναι κατ’ αρχάς βιώσιμη για να επιτελεί επιτυχώς τον ρόλο της. Ταυτόχρονα, πρέπει να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και απαιτήσεις των καταναλωτών που επιζητούν κτηνοτροφικά προϊόντα υψηλής ποιότητας, ασφαλή για την υγεία τους, με την ελάχιστη περιβαλλοντική επιβάρυνση και την εξασφάλιση άριστων συνθηκών ευζωίας (καλής διαβίωσης) στα εκτρεφόμενα παραγωγικά ζώα.

                

Κείμενο: Γεώργιος Ζέρβας – Βασιλική Κοτσάμπαση

Τελευταία, οι παραγωγοί – κτηνοτρόφοι αντιμετωπίζουν το υψηλό κόστος της ενέργειας και των ζωοτροφών, λόγω της αναστάτωσης των διεθνών αγορών, γεγονός που επηρεάζει σημαντικά το κόστος παραγωγής των κτηνοτροφικών προϊόντων με αρνητικό αντίκτυπο στην κατανάλωσή τους.

Η νέα πραγματικότητα

Η αύξηση των τιμών των ζωοτροφών έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, δεδομένου ότι το κόστος διατροφής αντιπροσωπεύει το 60 – 70% του τελικού κόστους των παραγόμενων προϊόντων (γάλακτος – κρέατος). Μεταξύ των ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων, οι πρωτεϊνούχες είναι αυτές που έχουν αναλογικά υψηλότερο κόστος αγοράς (π.χ. σογιάλευρο), με τη χρήση τους όμως, να είναι ουσιαστικά ανελαστική δεδομένου ότι η ποσοτική και ποιοτική τους συμμετοχή στα σιτηρέσια επηρεάζει καθοριστικά την παραγωγικότητα των ζώων και κατά συνέπεια την οικονομική βιωσιμότητα των παραγωγικών μονάδων.

H Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ελλειμματική σε πρωτεϊνούχες ζωοτροφές, με ποσοστό αυτάρκειας σ’ αυτές περί το 30%, και ως εκ τούτου καταβάλλονται προσπάθειες και προωθούνται πολιτικές που στοχεύουν στην αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων για παραγωγή πρωτεϊνούχων ζωοτροφών, ώστε να μειωθούν αντίστοιχα οι εισαγωγές, ειδικά του σογιάλευρου. Το πρόβλημα εμφανίζεται σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό στην Ελλάδα, και γι’ αυτό είναι απολύτως απαραίτητη η ανάληψη πρωτοβουλιών για τη βελτίωση του βαθμού επάρκειας της χώρας μας σε πρωτεϊνούχες ζωοτροφές.

Το σογιάλευρο παίζει ιδιαιτέρως σημαντικό ρόλο στην κατάρτιση σιτηρεσίων αγελάδων και αιγοπροβάτων υψηλής γαλακτοπαραγωγής, λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς του σε πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας.

 

Η καλλιέργεια της μη γενετικά τροποποιημένης σόγιας, αν και δεν είναι διαδεδομένη στην χώρα μας, θα μπορούσε να αποτελέσει μια εναλλακτική λύση για τις κτηνοτροφικές μας εκμεταλλεύσεις, ιδιαίτερα γι’ αυτές που έχουν τη δυνατότητα να ιδιοπαράγουν κάποιες από τις ζωοτροφές που χρησιμοποιούν για τη διατροφή του ζωικού τους κεφαλαίου. Εκτός, όμως, από τη σόγια, και άλλα ψυχανθή, όπως το κτηνοτροφικό κουκί, το γλυκό λούπινο κ.ά. μπορούν να υποκαταστήσουν άλλες πηγές πρωτεΐνης, ενισχύοντας μάλιστα τις πρακτικές της αειφόρου γεωργίας με τη σημαντική συνεισφορά τους στη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, αφού οι καλλιέργειες αυτές επιτυγχάνουν: βελτίωση του εδάφους εμπλουτίζοντάς το με άζωτο μέσω της αζωτοδέσμευσης, περιορίζοντας έτσι τη χρήση χημικών λιπασμάτων, μειωμένη χρήση νερού άρδευσης ως χειμερινές καλλιέργειες και αξιοποίηση εκτάσεων χαμηλότερης γονιμότητας.

 

Η συνεργασία των φορέων

Η ΔΕΛΤΑ, με τη συνεργασία του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (Γ.Π.Α.) και του Ινστιτούτου Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής (Ι.Ε.Ζ.Π.) Γιαννιτσών του ΕΛΓΟ – ΔΗΜΗΤΡΑ, υλοποιεί στο πλαίσιο του ΣΧΕΔΙΟΥ ΔΡΑΣΗΣ ΓΑΙΑ εφαρμοσμένη έρευνα σε πεδία, όπως αυτό των πιλοτικών εναλλακτικών καλλιεργειών, που μπορούν να επιφέρουν σημαντικά αποτελέσματα προς την κατεύθυνση της βιωσιμότητας της κτηνοτροφίας. Προτεραιότητα έχει δοθεί στην καλλιέργεια ψυχανθών αλλά και άλλων κατάλληλων καλλιεργειών για παραγωγή ζωοτροφών. Στόχος είναι η δημιουργία επιστημονικών δεδομένων για τις συνθήκες καλλιέργειάς τους, για την αξιοποίησή τους στην διατροφή των γαλακτοπαραγωγών ζώων, εξασφαλίζοντας, παράλληλα, την αξιοποίηση των αγρών κατά τη χειμερινή περίοδο και την παραγωγή ελληνικών ζωοτροφών υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες και χαμηλότερου κόστους.

Για τους παραπάνω λόγους, πραγματοποιήθηκαν πιλοτικές καλλιέργειες μη γενετικά τροποποιημένης σόγιας και κτηνοτροφικών κουκιών, με πρωτοβουλία και χρηματοδότηση της ΔΕΛΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ και τη συνεργασία του Ι.Ε.Ζ.Π. και του Εργαστηρίου Φυσιολογίας Θρέψεως και Διατροφής του Γ.Π.Α., στο αγρόκτημα του Ινστιτούτου στα Γιαννιτσά. Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνηθεί η καλλιέργεια μη γενετικά τροποποιημένης σόγιας και κτηνοτροφικών κουκιών, ώστε να διαπιστωθεί η δυνατότητα καλλιέργειάς τους στην χώρα μας και η αξιοποίησή τους ως εναλλακτικές πρωτεϊνούχες ζωοτροφές.

 

Καλλιέργεια μη γενετικά τροποποιημένης σόγιας

Αρχικά, πραγματοποιήθηκε σπορά σόγιας αρχές Μαΐου του 2019, σε αποστάσεις 75 Χ 5εκ. και 8Kg σπόρου μη γενετικά τροποποιημένης σόγιας/στρέμμα. Χρησιμοποιήθηκε λίπασμα τύπου 20-10-10 σε ποσότητα 8Kg /στρέμμα πριν από τη σπορά και προφυτρωτική ζιζανιοκτονία με Basagram & Fusilade στο βλαστικό στάδιο που τα φυτά είχαν ύψος 25 – 30 εκατ. Στην διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου έγιναν πέντε ποτίσματα με διάρκεια ποτίσματος, όπως αυτή του αραβοσίτου. Η στρεμματική απόδοση της καλλιέργειας έφτασε τα 505Kg/στρέμμα και χημική σύσταση σπερμάτων: υγρασία 13,69%, πρωτεΐνες 34,85% και λιπαρές ουσίες 18,03%.

Στη συγκεκριμένη καλλιέργεια, διαπιστώθηκε έντονη ανάπτυξη ζιζανίων στην οποία αποδόθηκε η μειωμένη στρεμματική απόδοση. Το συμπέρασμα από την πειραματική αυτή δοκιμή ήταν, ότι μια προφυτρωτική ζιζανιοκτονία δεν είναι αρκετή για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ανάπτυξη των ζιζανίων, παρά τη θετική της επίδραση στο περιβάλλον και το κόστος παραγωγής του σογιόσπορου. Λόγω της ανάπτυξης των ζιζανίων, θα έπρεπε να γίνει, είτε σκάλισμα με μικρή φρέζα για καταστροφή των ζιζανίων, είτε καλύτερη ζιζανιοκτονία με μια προφυτρωτική και δύο μεταφυτρωτικές επεμβάσεις.

 

 

Με γνώμονα την εμπειρία που αποκτήθηκε από τη συγκεκριμένη πιλοτική καλλιέργεια και προκειμένου να μελετηθούν εκτενέστερα οι καλλιεργητικές συνθήκες που οδηγούν σε υψηλότερες αποδόσεις, επαναλήφθηκε η σπορά τον Μάϊο του 2021 με 5Kg σπόρου, επικαλυμμένου με αζωτοβακτήρια Rhizobium japonicum εξειδικευμένα για τη σόγια, μη γενετικά τροποποιημένης σό-

γιας / στρέμμα (ποικιλία Ρ21Τ45), σε αποστάσεις φύτευσης 75 Χ 4,9εκ. και σπαρτική μηχανή αραβοσίτου. Εφαρμόστηκε προφυτρωτική ζιζανιοκτονία, λίπανση με λίπασμα τύπου 20-10-10 σε ποσότητα 20Kg/στρέμμα και διαφυλλικό ράντισμα με σκεύασμα από φυσικό εκχύλισμα φυκών. Ζιζανιοκτονία έγινε δύο φορές με ράντισμα διασυστημικού φυτοφαρμάκου, μηχανικό σκάλισμα δύο φορές ανάμεσα στις γραμμές και με το χέρι δύο φορές για την απομάκρυνση των ζιζανίων μεταξύ των φυτών.

Εφαρμόστηκαν επίσης, τέσσερα ποτίσματα κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου. Η συγκομιδή πραγματοποιήθηκε αρχές Οκτωβρίου στο στάδιο έναρξης κιτρινίσματος και απόπτωσης των φύλλων, με θεριζοαλωνιστική μηχανή σιτηρών και μαχαίρι συγκομιδής αραβοσίτου, σε ύψος 10εκ. από το έδαφος. Η απόδοση σε σογιόσπορο έφτασε τα 582Kg /στρέμμα, ενώ η χρήση μιας πλέον κατάλληλης θεριζοαλωνιστικής μηχανής θα επέτρεπε τη συγκομιδή επιπλέον περίπου 150Kg σογιόσπορου /στρέμμα. Η χημική σύσταση των σπερμάτων ήταν: υγρασία 9,74%, πρωτεΐνες 34,84 % και λιπαρές ουσίες 20,66 %. Το κέρδος της καλλιέργειας ανήλθε σε 254ευρώ/στρέμμα.

 

Καλλιέργεια κτηνοτροφικών κουκιών

Η καλλιέργεια των ψυχανθών θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, διότι μπορούν να υποκαταστήσουν άλλες πηγές πρωτεϊνών στην διατροφή των ζώων, συχνά υψηλότερου κόστους, ενώ έχουν ταυτόχρονα σημαντική συνεισφορά στην μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, αφού επιτυγχάνουν βελτίωση του εδάφους εμπλουτίζοντάς το με άζωτο μέσω της αζωτοδέσμευσης, περιορίζοντας έτσι τη χρήση χημικών αζωτούχων λιπασμάτων. Δεδομένου ότι καλλιεργούνται τη χειμερινή περίοδο, δεν απαιτούν άρδευση και αξιοποιούν χαμηλότερης γονιμότητας εδάφη. Με βάση τα παραπάνω θεωρήθηκε σκόπιμο να καλλιεργηθούν πιλοτικά δύο ποικιλίες κτηνοτροφικού κουκιού και να αξιολογηθούν οι αποδόσεις τους σε καρπό (σπέρματα) και το κόστος παραγωγής τους.

Τον Δεκέμβριο του 2021, πραγματοποιήθηκε σπορά δύο ποικιλιών κτηνοτροφικού κουκιού (Scuro Di torre Lama και Chiaro Di torre Lama) με πνευματική μηχανή σε αποστάσεις φύτευσης 24 Χ 4,5 εκ. και ποσότητα 15 Kg /στρέμμα. Της σποράς προηγήθηκε ράντισμα με το ζιζανιοκτόνο Stomp Agua 455 CS σε ποσότητα 0,25 litr./ στρέμμα. Ακολούθησε καλλιεργητής για την ενσωμάτωση του ζιζανιοκτόνου στο έδαφος. Λίπανση έγινε πριν από τη σπορά με λίπασμα τύπου 20-10-10 σε ποσότητα 10 Kg /στρέμμα. Ζιζανιοκτονία εφαρμόστηκε στις αρχές της άνοιξης με Agil 10 EC, σε ποσότητα 0,1 litr. / στρέμμα και τον Μάϊο για τη μαύρη αφίδα με Acetamiprid (Profil Extra), σε ποσότητα 0,16lt/στρέμμα.

Η συγκομιδή του καρπού έγινε στα μέσα Ιουλίου του 2022 με θεριζοαλωνιστική μηχανή. Η παραγωγή ανήλθε στα 191 Kg /στρέμμα για την ποικιλία Scuro Di torre Lama και σε 136 Kg/στρέμμα για την ποικιλία Chiaro Di torre Lama. Η χημική σύσταση των σπερμάτων έχει ως εξής :

  • Ποικιλία Scuro Di torre Lama: υγρασία 9,11 %, πρωτεΐνες 23,84 %, λιπαρές ουσίες 2,79 %.
  • Ποικιλία Chiaro Di torre Lama: υγρασία 9,28 %, πρωτεΐνες 23,69 %, λιπαρές ουσίες 2,70 %.

Το κέρδος των καλλιεργειών και από τις δύο ποικιλίες ήταν αμελητέο, λόγω των χαμηλών αποδόσεων σε καρπό (σπέρματα). Η χαμηλή παραγωγικότητα αποδόθηκε αφενός στις παρατεταμένες βροχοπτώσεις που παρατηρήθηκαν κατά τη σπορά, αφετέρου στους παγετούς που επικράτησαν κατά τη βλάστηση. Οι δύο αυτοί παράγοντες επηρέασαν αρνητικά την ανάπτυξη και παραγωγικότητα των δύο ποικιλιών. Κατά συνέπεια, η εμπειρία που αποκτήθηκε από την παραπάνω πιλοτική καλλιέργεια των δύο ποικιλιών κτηνοτροφικού κουκιού συνιστά τη σπορά τους νωρίς το φθινόπωρο (Νοέμβριο) ή νωρίς την άνοιξη (τέλος Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου) ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες κάθε περιοχής. Επιπλέον, η ποικιλία «πολύκαρπη» είναι, ίσως, προτιμότερη έναντι των δύο που δοκιμάστηκαν.

 

Συμπέρασμα

Το συμπέρασμα που προέκυψε από τη μελέτη είναι ότι η καλλιέργεια μη γενετικά τροποποιημένης σόγιας για παραγωγή σογιόσπορου είναι εφικτή στην χώρα μας σε αρδευόμενες εκτάσεις με ικανοποιητικές αποδόσεις, εφόσον βέβαια εξασφαλιστούν οι απαραίτητες – συνιστώμενες καλλιεργητικές φροντίδες. Επιπλέον, μπορεί να θεωρηθεί και οικονομικά συμφέρουσα ως πρωτεϊνούχος ζωοτροφή με υψηλή θρεπτική και βιολογική αξία, που βελτιώνει την παραγωγική ικανότητα των σιτηρεσίων των γαλακτοπαραγωγών ζώων.

Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι η καλλιέργεια μη γενετικά τροποποιημένης σόγιας στις συνθήκες της χώρας μας μπορεί να επιφέρει ένα σημαντικό κέρδος της τάξης των 254 ευρώ ανά στρέμμα, και επομένως ενθαρρύνεται η καλλιέργειά της σε αντικατάσταση της εισαγόμενης γενετικά τροποποιημένης σόγιας, γεγονός που αποκτά ιδιαίτερη σημασία υπό τις επικρατούσες συνθήκες στον κλάδο των ζωοτροφών και της αγροτικής παραγωγής.

Στα μέσα Νοεμβρίου 2022, με βάση την πολύτιμη εμπειρία που αποκτήθηκε από την προηγούμενη καλλιεργητική περίοδο, πραγματοποιήθηκε, στο πλαίσιο του Σχεδίου Δράση ΓΑΙΑ της ΔΕΛΤΑ, στο αγρόκτημα του Ι.Ε.Ζ.Π. Γιαννιτσών, με τη συνεργασία του Ι.Ε.Ζ.Π. Γιαννιτσών του ΕΛΓΟ – ΔΗΜΗΤΡΑ και του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, σπορά τριών ποικιλιών κτηνοτροφικού κουκιού και δύο ποικιλιών γλυκού λούπινου σε έκταση 30 στρεμμάτων.

Η καλλιέργεια κτηνοτροφικών ψυχανθών (π.χ. κτηνοτροφικό κουκί, γλυκό λούπινο κ.ά.) θα συμβάλλει στην βιώσιμη ανάπτυξη και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής γαλακτοπαραγωγού κτηνοτροφίας. Με τις εναλλακτικές λύσεις που υποδείχθηκαν παραγωγής ζωοτροφών, χαμηλού σχετικά κόστους, σε συνδυασμό με την εφαρμογή διατροφής ακριβείας (στοχευμένη διατροφή με το κατάλληλο και ισόρροπο σιτηρέσιο που καλύπτει επαρκώς και με ακρίβεια τις εκάστοτε ανάγκες των ζώων), οι κτηνοτροφικές μας εκμεταλλεύσεις μπορούν να είναι οικονομικά βιώσιμες, με βελτιωμένη αποτελεσματικότητα διατροφής, άριστη υγεία και αναπαραγωγική λειτουργία του ζωικού τους κεφαλαίου, ελάχιστες απώλειες από λόγους υγείας, ικανοποιητικές συνθήκες ευζωίας και μειωμένη περιβαλλοντική επιβάρυνση για συμβολή στο μετριασμό της κλιματικής κρίσης.